dicionário alemão - grego

Deutsch - ελληνικά

vor em grego:

1. πριν από πριν από



Grego palavra "vor"(πριν από) ocorre em conjuntos:

Lektion 8 Kb. S. 104

2. πριν


Αλήθεια; Το είχα κλειδώσει πριν βγω έξω.
Φτάσανε εκεί πριν την αυγή.

Grego palavra "vor"(πριν) ocorre em conjuntos:

Lektion 13 KB S. 42, 43 (a)