dicionário alemão - grego

Deutsch - ελληνικά

auf em grego:

1. επί επί



2. σε σε


Θα σε συνοδευσω μέχρι το ἀεροδρόμιο.
Φάγαμε μεσημεριανό σε μια μικρή καφετέρια.

Grego palavra "auf"(σε) ocorre em conjuntos:

Lektion 4Kb.S. 57, 58, 59

3. πάνω σε πάνω σε



Grego palavra "auf"(πάνω σε) ocorre em conjuntos:

Lektion 12 Kb S. 26, 27