dicionário vietnamita - grego

Tiếng Việt - ελληνικά

thỏ em grego:

1. λαγός λαγός



Grego palavra "thỏ"(λαγός) ocorre em conjuntos:

Ζώα στα βιετναμέζικα

2. κουνέλι κουνέλι



Grego palavra "thỏ"(κουνέλι) ocorre em conjuntos:

Κατοικίδια ζώα στα βιετναμέζικα