dicionário vietnamita - grego

Tiếng Việt - ελληνικά

môn địa lý em grego:

1. γεωγραφία γεωγραφία


Η Μαγδαληνή ενδιαφέρεται για την γεωγραφία.

Grego palavra "môn địa lý"(γεωγραφία) ocorre em conjuntos:

Σχολικά μαθήματα στα βιετναμέζικα