dicionário Inglês - grego

English - ελληνικά

republic em grego:

1. Δημοκρατία Δημοκρατία



Grego palavra "republic"(Δημοκρατία) ocorre em conjuntos:

Πολιτικά συστήματα στα αγγλικά
Notes 15/10/2018 (b)