dicionário grego - turco

ελληνικά - Türkçe

κουβέρτα Turco:

1. battaniye battaniye



Turco palavra "κουβέρτα"(battaniye) ocorre em conjuntos:

Λεξιλόγιο για το υπνοδωμάτιο στα τουρκικά